Guilty pleasure!
Έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μας το Rambo: The Video Game του 2014, είναι εύκολο να καταλάβει κάποιος, γιατί οι προσδοκίες μας για την επόμενη κοινή προσπάθεια της Teyon και Reef Entertainment δεν ήταν και τόσο υψηλές. Σε συνδυασμό με τις μέτριες (έως κακές) προσπάθειες για την μεταφορά του franchise Terminator σε videogames στο παρελθόν, το ερώτημα που προκύπτει είναι ένα. Μπορούν να κάνουν καλύτερη δουλειά από τους προκατόχους τους; Η απάντηση είναι σχεδόν καταφατική. To Terminator: Resistance είναι μια αρκετά καλή προσπάθεια για τη δημιουργία ενός καθαρά single player shooter πρώτου προσώπου, που μαστίζεται από την έλλειψη ενός ΑΑΑ προϋπολογισμού και την εύκολη και μονότονη μάχη.

Βρισκόμαστε σχεδόν 30 χρόνια από την Ημέρα της Κρίσης στο timeline του Μελλοντικού Πολέμου που περιγράφηκε στο The Terminator και στο T2: Judgment Day. Αναλαμβάνετε τον ρόλο του Jacob Rivers στον αγώνα κατά των εισβολέων ρομπότ, ο οποίος έχει επισημανθεί για τερματισμό από το Skynet. Αυτό που μπορεί με την πρώτη ματιά να φανεί ως απλοϊκό σενάριο, τελικά είναι ικανό να σας κεντρίσει το ενδιαφέρον προχωρώντας την ιστορία.
Ο Rivers συνδέεται γρήγορα με μια ομάδα επιζώντων, όπου αρχίζει να κάνει φίλους και να σχηματίζει σχέσεις. Αν είναι κάτι που ξεχωρίζει στον τίτλο είναι το χτίσιμο των χαρακτήρων μέσα από την αφήγηση. Αρχίσαμε να φροντίζουμε έναν ή δύο από τους συντρόφους μας, φροντίζοντας να δούμε τι κάνουν μετά από αποστολές και να συζητήσουμε. Έτσι το ενδιαφέρον αναπτύσσεται με ταχύτατους ρυθμούς, και παρά τα αμφιλεγόμενα plot twists, πρόκειται για μια αξιοπρεπή ιστορία εν μέσω του ρομποτικού πολέμου.

Αυτή η πινελιά στην αφήγηση είναι ίσως και το πιο εντυπωσιακό πράγμα για το Terminator: Resistance. Η ανάπτυξη της σχέσης σας με τους χαρακτήρες οδηγεί σε πολλές πλευρικές αναζητήσεις, αλλά θα πρέπει να επιλέξετε τις κατάλληλες επιλογές διαλόγου για να συμβεί αυτό. Φυσικά αρκετές φορές απλά καταλήγουν στο κλασικό «η Jennifer το εκτιμάει» ή «ο Ryan θα το θυμάται αυτό», αλλά, σε γενικές γραμμές, είναι μια εντυπωσιακή εφαρμογή για μια εμπειρία που πιστεύαμε ότι θα επικεντρωθεί αποκλειστικά στο shooting κομμάτι. Σας δίνει έναν έξτρα λόγο να επιστρέψετε στη βάση με την ολοκλήρωση κάθε στόχου, για νέους διάλογους και αλληλεπίδραση με τους συντρόφους σας, που θα ενισχύσουν τα συναισθήματα σας.
Επίσης, αυτός ο βαθμός ελευθερίας δίνει την δυνατότητα στον παίκτη να αντιμετώπισει τους στόχους του με οποιαδήποτε σειρά Θέλει. Οι ανοιχτοί χάρτες σας δίνουν αρκετές περιοχές για εξερεύνηση – γεμάτες loot που συλλέγετε για crafting και εχθρούς που είτε θα τους αντιμετωπίσετε είτε (αν θέλετε μια περισσότερο stealthy προσέγγιση) θα τους αποφύγετε.

Μιλώντας για τους εχθρούς, η μάχη δεν είναι τίποτα άλλο από τυπική, χωρίς να σας προσφέρει κάτι συναρπαστικό. Είστε εξοπλισμένοι με τα τυπικά τουφέκια, τα shotguns και τα πιστόλια και οι εχθροί μετά βίας θα μπορέσουν να σας αντιμετωπίσουν. Ακόμα και στην υψηλότερη δυσκολία, θα είστε σε θέση να τσακίζετε τους Terminators χωρίς να πάθετε κάποια σοβαρή ζημιά. Είναι υπερβολικά εύκολο, με αποτέλεσμα το campaign διάρκειάς 7 ωρών να φαντάζει κάπως βαρετό και μικρό.
Υπάρχει η δυνατότητα για ποικιλία στον τρόπο που διαχειρίζεστε τις αποστολές σας, με μια stealth προσέγγιση να φαντάζει μια περισσότερο βιώσιμη επιλογή, αλλά σχεδόν φαίνεται σαν χάσιμο χρόνου, καθώς μια σφαίρα στο κεφάλι του T-800, είναι μια πολύ πιο αποτελεσματική διαδρομή προς την επιτυχία. Δεν υπάρχει κίνητρο για προσεκτική αντιμετώπιση, επομένως σε περίπτωση που σκοντάψετε σε μια ομάδα Terminators το όπλο σας θα κάνει όλη τη δουλειά.

Τα objectives του παιχνιδιού, στερούνται έμπνευσής και γίνονται γρήγορα επαναλαμβανόμενα. Μερικές φορές θα ανατινάξετε οχυρά, θα εξαλείψετε ορισμένα ρομπότ και θα διασχίσετε το περιβάλλον για να φτάσετε σε συγκεκριμένους προορισμούς. Οι ανοικτές τοποθεσίες μπορεί να δώσουν κάποια ποικιλία στο πώς θα φτάσετε εκεί, αλλά θα κάνετε το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά μόλις φτάσετε στο σημείο ενδιαφέροντος.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, αποτελεί έκπληξη ότι ακόμα και έτσι, καταφέραμε να απολαύσουμε το χρόνο μας με το παιχνίδι. Δεν υπάρχει τίποτα αξιοσημείωτο για το Terminator: Resistance, εκτός των προσπαθειών του για την οικοδόμηση σχέσεων μεταξύ του παίκτη και των NPC’s, αλλά η προβληματικά απλοϊκή του φύση και το κακό ΑΙ χαντακώνει την εμπειρία. Φανταστείτε ότι θα μπορούσατε να ολοκληρώσετε μια αποστολή με το να καθίσετε σε ένα σημείο του χάρτη και απλά να «καθαρίσετε» τα κύματα των Terminators χωρίς κανένα πρόβλημα.

Εάν υπάρχει ένα σημείο όπου η εμπειρία πραγματικά παραπαίει, ωστόσο, είναι η παρουσίαση.
Τα γραφικά, δεν μπορούν με τίποτα να θυμίσουν τίτλο του 2019, χάρη σε μια απίστευτα βαρετή παλέτα χρωμάτων και χαμηλής ανάλυσης υφές. Ορισμένα μοντέλα χαρακτήρων φαίνονται καλύτερα από άλλα, αλλά σίγουρα δεν θα λέγαμε ότι είναι κάτι παραπάνω από αποδεκτά. Το framerate παρουσιάζει αστάθειες καθώς τα 30 fps είναι ο στόχος, τίθεται όμως προς συζήτηση το εάν μπορεί να επιτευχθεί. Όσο για το lipsync είναι τόσο κακό που θυμίζει μεταγλώττιση μεξικάνικης σειράς στην Ελληνική τηλεόραση του ’90.

Παρά το γεγονός ότι είναι ξεπερασμένο σε πολλούς βασικούς τομείς, το Terminator: Resistance καταφέρνει να παραδώσει ένα campaign που αξίζει να το δοκιμάσουν όσοι θέλουν να απολαύσουν κάποιο άμυαλο shooter, αλλά και όσοι είναι φίλοι του franchise. Οι προσπάθειές να αυξηθεί η σημασία των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων, οδηγούν σε μεγάλο βαθμό στη διαφοροποίηση της εμπειρίας, αλλά ο ξεπερασμένος τεχνικός τομέας αποτελεί τροχοπέδη για την υλοποίηση του οράματος των δημιουργών.

To Review βασίστηκε στην έκδοση για PC. Το Terminator: Resistance κυκλοφορεί σε Playstation 4, Xbox One και PC.