Gore Doctor | Console Review

Published on

σε

Για πολλούς, ο κόσμος των παιχνιδιών τρόμου δεν είναι απλώς μια φευγαλέα ψυχαγωγία. Είναι μια εσωτερική εμπειρία, μια δοκιμασία νεύρων και μια βαθιά βουτιά στην περίτεχνη αρχιτεκτονική του φόβου. Από τον ανατριχιαστικό ψίθυρο ενός σκοτεινού διαδρόμου μέχρι το συγκλονιστικό τράνταγμα ενός τέλεια χρονομετρημένου jump scare, τα παιχνίδια τρόμου έχουν τη μοναδική ικανότητα να αγγίζουν τις πρωτόγονες φοβίες μας. Αυτή η αδιάκοπη αναζήτηση της επόμενης ανατριχιαστικής συγκίνησης είναι αυτό που κάνει τους παίκτες να επιστρέφουν στο είδος, αναζητώντας συνεχώς αυτό το περίτεχνο μείγμα ήχου, εικόνας και αφήγησης που τους αφήνει να τρέμουν στις θέσεις τους.

Αυτή η δίψα για το ανατριχιαστικό τράβηξε αμέσως την προσοχή στο «Gore Doctor», έναν τίτλο που υποσχόταν ένα διεστραμμένο, εφιαλτικό ταξίδι πολύ αφότου ο ελεγκτής έχει τεθεί στην άκρη. Αναπτύχθηκε από την Salient Games, γνωστή για το «Songs of Rats», και αφού αρχικά κυκλοφόρησε στο Steam τον Μάρτιο του 2024, το «Gore Doctor» έχει πλέον επεκτείνει την εμβέλειά του, φτάνοντας στις κονσόλες. Αυτή η single-player, immersive εμπειρία τρόμου σε πρώτο πρόσωπο φοράει με θράσος την ανησυχητική της υπόθεση ως παράσημο τιμής, έτοιμη να δοκιμάσει μια νέα γενιά παικτών.

Η εναρκτήρια πράξη ενός παιχνιδιού τρόμου είναι υψίστης σημασίας για τη σκηνοθεσία, και το «Gore Doctor» δεν χάνει χρόνο βυθίζοντας τους παίκτες στη ζοφερή του πραγματικότητα. Τη στιγμή που το παιχνίδι ξεκινά, μια απτή αίσθηση τρόμου πλανάται βαριά στον αέρα. Δεν υπάρχει ήπιο tutorial, ούτε ομαλή εισαγωγή στους μηχανισμούς. Αντ’ αυτού, οι παίκτες βρίσκονται δεμένοι σε ένα φορείο, υπνωτισμένοι από ηρεμιστικά, με την όρασή τους να θολώνει καθώς οδηγούνται σε έναν σκοτεινό, βρόμικο διάδρομο ενός διεστραμμένου ιατρικού ιδρύματος.

Αυτή η άμεση βουτιά εγκαθιστά αριστοτεχνικά τον πιεστικό τόνο του παιχνιδιού. Το σκληρό τρεμόπαιγμα των φώτων οροφής, το μηχανικό τρίξιμο του φορείου και η μακρινή ηχώ από κραυγές συγκλίνουν για να θέσουν αμέσως τους παίκτες σε εγρήγορση. Και μετά υπάρχει ο ίδιος ο Dr. Abnel Gorberg – μια φιγούρα της οποίας η κατάρρευση στην τρέλα είναι ανατριχιαστικά σαφής, ακόμη και σε αυτή τη σύντομη εισαγωγή. Τα άδεια του μάτια και η τραχιά φωνή του είναι προάγγελοι των φρικαλεοτήτων που θα έρθουν, αφήνοντας καμία αμφιβολία ότι το μυαλό αυτού του ανθρώπου έχει διαλυθεί εντελώς.

Αυτό που πραγματικά διακρίνει αυτές τις αρχικές στιγμές είναι η αποπνικτική ατμόσφαιρα. Είναι σκοτεινή, σίγουρα, αλλά και βαθιά κλειστοφοβική. Οι παίκτες δεν εξερευνούν απλώς τρομακτικές αίθουσες. Είναι ευάλωτοι κρατούμενοι, μόνοι σε ένα απειλητικό περιβάλλον. Αυτό το επίπεδο εμβύθισης παραπέμπει σε κλασικά έργα τρόμου όπως το «Outlast» και τα πρώιμα παιχνίδια «Silent Hill», όπου το ίδιο το περιβάλλον μοιάζει με έναν ενεργό, απειλητικό χαρακτήρα. Ωστόσο, το «Gore Doctor» εισάγει μια σύγχρονη ανατροπή. Σε αντίθεση με τις κοκκώδεις υφές και τον περιορισμένο φωτισμό των προκατόχων του, διαθέτει εκπληκτικά καθαρά γραφικά. Η βρωμιά και η ακαθαρσία του ιδρύματος μοιάζουν ανησυχητικά αληθινές, σχεδόν απτές. Ενώ η αποτελεσματικότητα των jump scares του μπορεί να διαφέρει (ένα σημείο στο οποίο θα επανέλθουμε), το παιχνίδι πετυχαίνει αναμφίβολα αυτή την αρχική, ανατριχιαστική αίσθηση του «Θεέ μου, σε τι μπλέχτηκα;»

Καθώς οι παίκτες παραπαίουν από τον αρχικό τους περιορισμό, με το μυαλό τους να στροβιλίζεται ακόμα από τα ανησυχητικά παρασκευάσματα του Δρ. Gorberg, η αφήγηση του «Gore Doctor» αρχίζει σιγά σιγά να ξεδιπλώνεται. Είναι μια ζοφερή ιστορία εμμονής, τρέλας και του απελπισμένου αγώνα για τη λογική σε έναν κόσμο που έχει διαλυθεί εντελώς.

Μέσα από διάσπαρτες σημειώσεις, βιαστικά γραμμένα γράμματα και κρυπτικά γκράφιτι που κοσμούν τους τοίχους, οι παίκτες συνθέτουν την τραγική ιστορία του Δρ. Gorberg. Η ζωή του πήρε μια καταστροφική τροπή μετά το θάνατο της συζύγου του, της Scarlett. Η απουσία της έχει αφήσει ένα τεράστιο κενό στο μυαλό του, οδηγώντας τον στην τρέλα και, τελικά, στα φρικιαστικά πειράματα που διεξάγει τώρα. Καθώς αυτά τα αποσπάσματα αφήγησης συναρμολογούνται, μια νοσηρή γοητεία κυριεύει τον παίκτη. Οι παίκτες δεν παλεύουν απλώς για επιβίωση. Ξετυλίγουν το ανατριχιαστικό μυστήριο του πώς η αγάπη μπορεί να διαστρεβλωθεί σε εμμονή, και πώς η θλίψη μπορεί να μετατραπεί σε μια γκροτέσκα παράσταση τρόμου.

Ένα από τα δυνατά σημεία της αφήγησης του «Gore Doctor» έγκειται στην άρνησή του να προσφέρει πληροφορίες στο πιάτο. Δεν υπάρχει καθοδήγηση. Οι παίκτες πρέπει να συνδέσουν ενεργά τις κουκίδες. Αυτή η προσέγγιση περιβαλλοντικής αφήγησης μοιάζει ιδιαίτερα ανταποδοτική, αντικατοπτρίζοντας τον φρενήρη, ημιτυφλό πανικό κάποιου που έχει χαθεί πραγματικά σε έναν εφιάλτη. Κάθε λεπτομέρεια, κάθε ματωμένο μήνυμα, γίνεται κρίσιμη για την κατανόηση της τρέλας που επικρατεί.

Φυσικά, αυτή η προσέγγιση μπορεί μερικές φορές να οδηγήσει σε μια κάπως διάσπαρτη αφήγηση. Υπάρχουν στιγμές που οι παίκτες μπορεί να βρεθούν να περιπλανώνται άσκοπα, αβέβαιοι αν έχασαν μια κρίσιμη ένδειξη ή αν η ιστορία απλά επέλεξε να παρακρατήσει τα μυστικά της λίγο περισσότερο. Ωστόσο, αυτή η ίδια η αποπροσανατολισμός είναι μέρος της γοητείας του. Ο αληθινός τρόμος, άλλωστε, σπάνια είναι συσκευασμένος τακτοποιημένα. Είναι ακανθώδης, αποπροσανατολιστικός, και το «Gore Doctor» αγκαλιάζει αυτό το χάος με έναν τρόπο που είναι ταυτόχρονα απογοητευτικός και εντελώς συναρπαστικός.

Πέρα από την ανησυχητική του αφήγηση, το «Gore Doctor» είναι ένα παιχνίδι του οποίου η επιτυχία εξαρτάται από τους μηχανισμούς του. Και εδώ, τα πράγματα γίνονται… περίπλοκα.

Από τη μία πλευρά, υπάρχει μια έντονη αίσθηση κλασικού survival horror στο gameplay του. Οι παίκτες δεν είναι ανίκητοι. Είναι ευάλωτοι, αναγκασμένοι να ψάχνουν για όπλα και εφόδια. Η εξερεύνηση είναι το κλειδί, και το παιχνίδι ανταμείβει όσους ερευνούν σχολαστικά κάθε σκιερή γωνιά. Οι γρίφοι επίσης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο, όχι υπερβολικά περίπλοκοι, αλλά χρησιμεύουν ως ένα προσεγμένο αντίθετο στις πιο φρενήρεις ακολουθίες κυνηγιού του παιχνιδιού, ενθαρρύνοντας τους παίκτες να επιβραδύνουν και να σκεφτούν.

Η μάχη, ωστόσο, παρουσιάζει ένα ανάμεικτο αποτέλεσμα. Οι παίκτες είναι εξοπλισμένοι με όπλα σώμα με σώμα – σωλήνες, σφυριά, το οικείο οπλοστάσιο – και μερικά πυροβόλα όπλα διάσπαρτα σε όλο το ινστιτούτο. Όμως η μάχη σώμα με σώμα, ειδικότερα, μοιάζει αδέξια, σαν τα άκρα του χαρακτήρα να είναι φτιαγμένα από μόλυβδο. Ενώ ένα δυνατό χτύπημα μπορεί να είναι στιγμιαία ικανοποιητικό, τις περισσότερες φορές, καταλήγει σε απογοητευτικό χτύπημα στον αέρα. Τα πυροβόλα όπλα, εν τω μεταξύ, στερούνται την ικανοποιητική δύναμη που θα περίμενε κανείς, μοιάζοντας περισσότερο με εργαλεία έσχατης ανάγκης παρά με αξιόπιστα όπλα.

Αυτό δεν είναι απαραίτητα ένα μοιραίο ελάττωμα. Τα παιχνίδια τρόμου έχουν σχεδιαστεί για να κάνουν τους παίκτες να αισθάνονται αδύναμοι και ανίσχυροι. Το πρόβλημα προκύπτει όταν οι δυσκολίες στον έλεγχο εμποδίζουν τους φόβους. Συχνές περιπτώσεις κολλήματος σε ανώμαλα δάπεδα, αδυναμίας εκτέλεσης απαραίτητων αλμάτων ή τυφλών χτυπημάτων σε μη ανταποκρινόμενους εχθρούς μπορεί να γίνουν απογοητευτικές.

Παρά τις αδυναμίες αυτές, υπάρχει μια ορισμένη απλότητα στους ελέγχους. Μόλις τους κατακτήσει κανείς, δεν είναι υπερβολικά περίπλοκοι, επιτρέποντας στους παίκτες να επικεντρωθούν περισσότερο στην διάχυτη ατμόσφαιρα και τον ανατριχιαστικό φόβο. Είναι μια λεπτή ισορροπία, και ενώ το «Gore Doctor» δεν επιτυγχάνει πάντα τέλεια ισορροπία, η σαφής πρόθεσή του να προσφέρει μια κλασική εμπειρία survival horror είναι εμφανής.

Τελικά, η επιτυχία ενός παιχνιδιού τρόμου μετριέται από την ικανότητά του να τρομάζει πραγματικά. Το «Gore Doctor» σίγουρα προσπαθεί να το πετύχει. Jump scares είναι διάσπαρτα παντού – ξαφνικοί θόρυβοι, γκροτέσκες φιγούρες που ορμούν από τις σκιές. Ωστόσο, η εκτέλεσή τους είναι ασυνεπής. Κάποιες φορές, το ηχητικό εφέ ενός jump scare μπορεί να ενεργοποιηθεί, αλλά η οπτική ανταμοιβή χάνεται εντελώς λόγω του ότι ο παίκτης κοιτάει προς λάθος κατεύθυνση, αφήνοντας τον επιδιωκόμενο τρόμο να μοιάζει κενός.

Παρόλα αυτά, για όσους προτιμούν τον ψυχολογικό τρόμο από τα φθηνά κόλπα, το «Gore Doctor» κάνει μια αξιοσημείωτη δουλειά στην εκμετάλλευση αυτής της βαθύτερης, πιο ανησυχητικής φλέβας του φόβου. Η εμπειρία της πλοήγησης σε αυτούς τους ματωμένους διαδρόμους, χωρίς ποτέ να είσαι απόλυτα σίγουρος τι κρύβεται στην επόμενη γωνία, δημιουργεί μια διαρκή αίσθηση ανησυχίας που κανένας ξαφνικός δυνατός θόρυβος δεν θα μπορούσε ποτέ να αναπληρώσει. Η ατμόσφαιρα είναι βαριά, ο τρόμος είναι απτός, και αυτό είναι που κρατά πραγματικά τους παίκτες κολλημένους.

Φυσικά, η τελειότητα παραμένει άπιαστη. Τα glitches – ω, τα glitches! Το να βλέπεις εχθρούς κολλημένους στις κινούμενες εικόνες τους ή να ακούς ανησυχητικά ηχητικά σήματα χωρίς να υπάρχει ορατό τέρας μπορεί να καταστρέψει την εμβύθιση σε μια στιγμή. Ωστόσο, ακόμη και με αυτές τις ατέλειες, υπάρχει μια ορισμένη διεστραμμένη γοητεία στο είδος τρόμου του παιχνιδιού. Είναι σαν να κοιτάς έναν παραμορφωτικό καθρέφτη – όλα είναι αλλόκοτα, παραμορφωμένα και αρκετά ανησυχητικά για να σε κάνουν να ανατριχιάσεις, πολύ αφότου έχεις αντιμετωπίσει γενναία την διεστραμμένη κληρονομιά του Dr. Gorberg.

Διαφημίσεις

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.